Ράλλυ Ακρόπολις – η σκόνη της ψυχής

Δεν είναι αγώνας. Είναι προσκύνημα. 
Σηκώνεσαι χαράματα, παίρνεις δρόμους με GPS και καταλήγεις ν' ακολουθείς τον μπάρμπα Γιώργο με το αγροτικό που ξέρει μυστικό πέρασμα. Διασχίζεις βουνά που δεν ήξερες ότι υπάρχουν. Στρέφεσαι προς τη φύση, όχι για να τη θαυμάσεις, αλλά για να χωθείς μέσα της. Να πάρεις πέτρα στο παπούτσι, ήλιο στο πρόσωπο, κουνούπι στο σβέρκο, σκόνη παντού!
Εκεί, ανάμεσα σε πουρνάρια, πεύκα και ξεχασμένα μονοπάτια, στήνεται το θέατρο του παραλόγου: ένας ολόκληρος κόσμος περιμένει… για λίγα δευτερόλεπτα. Το πέρασμα. Το άκουσμα. Το σύρσιμο της πέτρας, το σκίσιμο του αέρα. Τη σκόνη. Ενίοτε τη λάσπη που φτάνει μέχρι το πρόσωπο.
Κανείς δεν καταλαβαίνει γιατί πας.
Κι αυτό είναι το πιο όμορφο κομμάτι.
Γιατί εσύ ξέρεις ότι δεν είναι αγώνας.
Είναι τελετή.
Δεν πας για να δεις.
Πας για να νιώσεις.
Πας γιατί κάποιο κάλεσμα ανεξήγητο σε σπρώχνει προς τα βουνά. Εκεί όπου δεν υπάρχουν ταμπέλες, παρά μόνο σημάδια στο χώμα. Εκεί που δεν έχεις ξαναπάει, αλλά όταν φτάσεις νομίζεις πως ήσουν πάντα εκεί.
Για την μπύρα που ζεστάθηκε, το κρύο νερό από το ρέμα αν είσαι τυχερός. Για τα χρόνια που περνάνε, και το βλέμμα που πάντα ψάχνει το ίδιο: την τέλεια στροφή.
Είναι οι ιστορίες που λες πάλι και πάλι – πού ήσουν το '95, ποιος έπαθε λάστιχο το '97, πού έκατσες με ήλιο και έφυγες με βροχή, ποιος βγήκε απ' τον δρόμο το '02, Πόσο περπάτησες το '05.
Είναι οι μυρωδιές της φύσης ανακατεμένες με των αυτοκινήτων.
Είναι και ο security. Αυτός που μόλις έβαλε γιλέκο έγινε εξουσία. Σου δείχνει με το δάχτυλο πού δεν πρέπει να κάτσεις, ενώ εσύ έχεις ήδη διαλέξει το τέλειο σημείο εδώ και τέσσερις ώρες.
Δεν έχει νόημα, και όμως έχει τα πάντα.
Η σκόνη γίνεται ανάμνηση. Το βουνό γίνεται ιστορία. Το θέαμα της μιας στιγμής που ζεις με ένταση. Το πλάνο που έχασες.
Και μόλις περάσει το τελευταίο αυτοκίνητο... σιωπή. Μέχρι του χρόνου...