Στο Μαρκόπουλο. Στην οδό Αερόμυλου. Ως αερόμυλος και όχι ανεμόμυλος αναφέρεται και στο site του Δήμου Μαρκοπούλου. Ίσως είναι κάποιο τοπικό ιδίωμα.
Τα πιτσιρίκια του χωριού τρελαίνονταν τότε να πηγαίνουν στον Αερόμυλο και να βάζουνε το μυλωνά να τους γυρίζει με τη φτερωτή. Πράγματι αυτός, όταν ο μύλος δεν άλεθε, τους κρέμαγε από το γιακά της πουκαμίσας τους στο γάντζο της φτερωτής και αργά αργά τους έφερνε μια βόλτα και μετά τους ξεκρέμαγε.
Λένε για κάποιον εξάχρονο, Κώστα Γκλιάτη, γεννημένο το 1864, που τον κρέμασε για τη συνηθισμένη βόλτα και τον ξέχασε να γυρίζει, αφού αυτή τη στιγμή ένας ντόπιος είχε φέρει τέσσερα τσουβάλια στάρι για άλεσμα. Και δώσ’ του γύριζε ο μικρός, πάνω - κάτω και ώσπου να τελειώσει το άλεσμα, για να πάρει ο μυλωνάς χαμπάρι τον πιτσιρικά και να τον αποκαθηλώσει, αυτός είχε γίνει «κουδούνι».
Πρόκειται για μύλο στον οποίο οι παλαιοί κάτοικοι του Μαρκοπούλου άλεθαν τα σιτηρά τους. Το χτίσιμο του είναι άγνωστο πότε έγινε ενώ είναι πιθανόν να τερμάτισε τη λειτουργία του στο τέλος του 19ου αιώνα. Τη δεκαετία του ‘80 στερεώθηκε το «κουφάρι» του ανεμόμυλου, ενώ μέσα στο 2000 αποκαταστάθηκε στην αρχική του μορφή.
Από μαρτυρίες είναι σίγουρο πως λειτουργούσε το 1870.
Οι μαρτυρίες καταγράφονται στο site του Δήμου Μαρκοπούλου:Τα πιτσιρίκια του χωριού τρελαίνονταν τότε να πηγαίνουν στον Αερόμυλο και να βάζουνε το μυλωνά να τους γυρίζει με τη φτερωτή. Πράγματι αυτός, όταν ο μύλος δεν άλεθε, τους κρέμαγε από το γιακά της πουκαμίσας τους στο γάντζο της φτερωτής και αργά αργά τους έφερνε μια βόλτα και μετά τους ξεκρέμαγε.
Λένε για κάποιον εξάχρονο, Κώστα Γκλιάτη, γεννημένο το 1864, που τον κρέμασε για τη συνηθισμένη βόλτα και τον ξέχασε να γυρίζει, αφού αυτή τη στιγμή ένας ντόπιος είχε φέρει τέσσερα τσουβάλια στάρι για άλεσμα. Και δώσ’ του γύριζε ο μικρός, πάνω - κάτω και ώσπου να τελειώσει το άλεσμα, για να πάρει ο μυλωνάς χαμπάρι τον πιτσιρικά και να τον αποκαθηλώσει, αυτός είχε γίνει «κουδούνι».